Wednesday, April 21, 2010

Η αβάσταχτη αποχαύνωση του τίποτα


Για τρεις συνεχείς ώρες είμαι κολλημένη σε αυτό το ρημάδι τον υπολογιστή και περιμένω την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος μήπως και αξιωθώ γράψω καμιά αράδα αλλά από χλωμό εώς και ακατόρθωτο το βλέπω.
Εδώ που τα λέμε δεν έχει και πολύ άδικο το έρμο το κεφαλάκι μου που έχει στερέψει από ιδέες, λαμβάνοντας υπόψη το φτωχικό «υλικό» που έχω στη διάθεση μου.

Για να πω και του στραβού το δίκιο, η τηλεόραση μου σήμερα μοιάζε με βωβό κινηματογράφο. Ανοικτή μεν, στη μούγγα δε. Έχω βαρεθεί πια να βλέπω παρελαύνει μπροστά μου εικοσιτέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο το μοντέλο της χαζής δίμετρης ξανθιάς με το παραφουσκωμένο στήθος και το IQ μαρμελάδας. Πάντοτε διερωτιόμουνα αν βγαίνουν κατόπιν παραγγελίας κλωνοποιημένων ωαρίων αλλά η απορία μου διερευνάται ως ανυπόστατη.
Πόσες χαμένες ώρες απόλυτης αποχαύνωσης και εκνευριστικής βαρεμάρας να περάσει ένας φυσιολογικός άνθρωπος μπροστα στο τετράγωνο κουτί που προσφέρει απλόχερα θέαμα για γερά νεύρα και δοκιμασμένες αντοχές;

Έχω καταλήξει πλέον στο ασφαλές συμπέρασμα ότι η ελληνική τηλεόραση δεν είναι τίποτα άλλο παρά καμιά εικοσαριά άτομα το πολύ που ανακυκλώνουν τους εαυτούς τους, μας μοστράρουν τις μούρες τους φάτσα κάρτα στο γυαλί επί καθημερινής βάσεως είτε μας αρέσει είτε όχι (το ίδιο τους κάνει άλλωστε, δεν θα μας ζητήσουν και την άδεια) και χωρίζονται σε ομάδες θάβοντας οι μισοί από αυτούς τους υπόλοιπους μισούς.
Αυτή είναι η ωμή πραγματικότητα φίλοι μου, το θέλουμε δεν το θέλουμε. Εκεί όμως που μου ανεβαίνει η πίεση στο κεφάλι είναι όταν ακούω την χιλιοειπωμένη καραμέλα ότι η τραγελαφική αυτή κατάσταση είναι απλώς μια επιλογή του κόσμου, την οποία οι ταπεινοί υπηρέτες της ενημέρωσης και της ψυχαγωγίας (ή αλλιώς το νέο φρούτο που λέγεται infotainment) καλούνται να ικανοποιήσουν.


Κι εγώ με το ταπεινό και ολίγον αργόστροφο μυαλό μου ερωτώ: Από πότε η αναγκαστική αποδοχή προιόντων υποκουλτούρας αποτελεί επιλογή του τηλεθεατή; Ένα απλό εγχειρίδιο να ανοίξετε, από τα βασικά που διδάσκουν στις σχολές δημοσιογραφίας, θα δείτε ότι τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και επικοινωνίας δημιουργούν και καθοδηγούν το κοινό τους και όχι το αντίστροφο.
Σε αυτή τη χαλεπή τηλεοπτική περίοδο που διανύουμε,η εξαιρετική δημοσιογράφος Έλενα Ακρίτα με τον γνωστό εμπεριστατωμένο και άρτιο λόγο της κατακεραύνωσε και απαξίωσε όλους τους χρυσοπληρωμένους φελλούς της ελληνικής show biz, χαρακτηρίζοντας τους ως «ανθυποστάρ» που περιφρονούν και προσβάλλουν τους απλούς ρεπόρτερ των 700 ευρώ, οι οποίοι ασχολούνται μαζί τους λόγω επαγγελματικής ιδιότητας και όχι λόγω προσωπικής διαστροφής.
 
Τα λόγια της αντήχησαν στα αυτιά μου σαν μελωδία που επισκίασε σε μεγάλο βαθμό  την ηχορύπανση των φελλών και των παρατρεχάμενων τους.

Άλλωστε μην ξεχνάτε ότι τα άδεια δοχεία κάνουν πάντα τον μεγαλύτερο θόρυβο.
 











Friday, April 16, 2010

ΦΟΒΟΥ ΤΑ ΤΑΜΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΧΡΕΗ ΦΕΡΟΝΤΕΣ

Αποφάσισα για το επόμενο απροσδιόριστο χρονικό διάστημα να μην παρακολουθήσω ξανά ειδήσεις, πολιτικές συζητήσεις και να μην διαβάσω εφημερίδες επειδή η ψυχική μου υγεία κλονίζεται επικίνδυνα.
Τελευταία ολοένα και περισσότερο πιάνω τον εαυτό μου να αναπτύσσει και να καλλιεργεί κάτι περίεργες φοβίες που αυξομειώνονται με ταχύτατο ρυθμό. Εδώ που τα λέμε φίλοι μου δεν έχω και πολύ άδικο. Μια η οικονομική κρίση που μας έκανε τα νεύρα σμπαράλια με όλες τις παρεμφερείς παρενέργειες της και από την άλλη ο κάθε λογής ξερόλας που με ύφος σαράντα καρδιναλίων μοστράρει την ασχημομουτσουνάρα του στο γυαλί για να πουλήσει πνεύμα (ναι ακόμη και αυτό χρεώνεται, τι νομίζετε;) στον κοσμάκη και να λέει άρες μάρες κουκουνάρες περί κατακόρυφης πτώσεως των «σπρεντ», με αποτέλεσμα να τρομοκρατείται η κυρία Γεωργία από το απέναντι διαμέρισμα και να αρχίζει τις σταυροκοπιές και τα ξεματιάσματα για τον εξοστρακισμό του έξαποδω.

Wednesday, April 7, 2010

«ΕΣΥ ΠΟΥ ΠΗΓΕΣ ΤΙΣ ΓΙΟΡΤΕΣ;»


της Άριας Σωκράτους
Να πω την αμαρτία μου, μια ανακούφιση που πέρασαν οι γιορτές την νιώθω και ο λόγος δεν είναι ούτε η υπερκατανάλωση του έρμου κατσικακίου (που δεν μου αρέσει κιόλας), του τσουρεκιού και όλων των σοκολατένιων εδεσμάτων που απειλούν με ταχεία διαπλάτυνση του σωματικού μου εκτοπίσματος αλλά το γεγονός ότι δεν θα αντηχήσει ξανά στα ταλαιπωρημένα αυτάκια μου η τετριμμένη πλέον ερώτηση «Εσύ που θα πας τις γιορτές;».

Μόνο και μόνο το ότι δεν θα είμαι αναγκασμένη να φοράω επί μονίμου βάσεως το ψυχαναγκαστικό πλην συγκαταβατικό μου χαμόγελο, προσπαθώντας να πνίξω για χιλιοστή όγδοη φορά αυτή την ακατανίκητη τσιρίδα που μου γαργαλάει το λαιμό, σημαίνει πολλά για την ψυχική μου υγεία.
Ειλικρινά σας λέω ποτέ μου δεν κατάλαβα για ποιό λόγο σώνει και καλά θα πρέπει εγώ κάθε Πάσχα και Χριστούγεννα να είμαι με τον ταξιδιωτικό οδηγό ανά χείρας προσπαθώντας να βρω τον προσφιλέστερο εξωτικό προορισμό, όχι  ομως για να ικανοποιήσω τη δική μου ανάγκη για χαλάρωση και διακοπές αλλά την ανάγκη των άλλων να αντικατοπτρίσουν πάνω σε μένα τα δικά τους απωθημένα.
Ο διάλογος είναι σχεδόν πάντα ο ίδιος, άχρωμος, μονότονος με καμπυλωτές εξάρσεις πρωτοφανούς ενδιαφέροντος συνοδευόμενου από ένα καχύποπτο βλέμμα και ένα ελαφρύ ειρωνικό μειδίαμα όταν φτάσει η στιγμή της πολυαναμενόμενης ερώτησης: «Εσύ που θα πας τις γιορτές;»
Η δημοφιλέστερη απάντηση, η οποία συνήθως ακολουθείται από επιφωνήματα θαυμασμού και επιδοκιμασίας είναι οι Μαλδίβες, το Ντουμπάι, η Ταυλάνδη , που είναι πολύ της μόδας τελευταία λόγω της έλευσης επωνύμων (αν και ποτέ δεν κατάλαβα πώς γίνεται να είσαι χριστιανός και να γιορτάζεις τα Χριστούγεννα και το Πάσχα στα αλλόθρησκα κράτη) και ως δεύτερη επιλογή και κάπως ξεπερασμένη πλεόν, η Μύκονος, η Πάρος ή η Κέρκυρα.
Αν κάνεις βέβαια το λάθος να απαντήσεις αθώα πλην ειλικρινέστατα ότι δεν σκοπεύεις να ταξιδέψεις πουθενά αλλά να πας το πολύ πολύ μέχρι το χωριό σου, τότε το βλέμμα του συνομιλητή σου συνοφρυώνεται επικίνδυνα σε μια γκριμάτσα αποδοκιμασίας και καχυποψίας.
Γιατί ο άλλος αγαπητοί μου όταν λάβει αυτή την απάντηση θα σκεφτεί τα μύρια όσα, από το ότι έχεις μείνει ταπί με ταπί άρα αποτελείς μπανάλ επιλογή για κοινωνική συναναστροφή ή ότι χώρισες και έχεις πέσει σε βαθιά κατάθλιψη παρέα με τα Zanax και τον «Κήπο του Επίκουρου» του Ίρβιν Γιάλομ.

Σε οποιαδήποτε κατηγορία και αν ανήκεις, επειδή βεβαίως μέση λύση δεν υπάρχει, αποτελείς αντικείμενο μελέτης της σύγχρονης θεωρίας της ομαδικής ψυχοθεραπείας. Με άλλα λόγια είσαι ο πιο αδύνατος κρίκος και λυπάμαι πολύ που σε στεναχωρώ.
Αλήθεια, δεν μου λέτε, μιας και το έφερε η κουβέντα, εσείς που πήγατε διακοπές το Πάσχα;